Άρθρο του Βόλφγκανγκ Ουχάτιους, Die Zeit, 30-04-2009, τεύχος 19
Μια γυναίκα ξαπλωμένη άνετα στον καναπέ, διαβάζει. Ξαφνικά, εκκωφαντική μουσική ακούγεται από το διπλανό δωμάτιο. Ο άνδρας της πάλι έβαλε τη μουσική στη διαπασών. Η γυναίκα σηκώνεται, πάει δίπλα και του φωνάζει: Πόσες φορές θα σου πω ότι μ΄εκνευρίζει ο θόρυβος! Απόψε κομμένα τα αθλητικά στην τηλεόραση! Αν δεν τιμωρηθεί, σκέφτεται, δε θα μάθει ποτέ.
Στον Δανό οικογενειακό σύμβουλο Γιέσπερ Γιουλ αρέσουν τέτοιες ιστορίες, επειδή ενώ φαίνονται παράδοξες περιγράφουν την πραγματικότητα. Σαν τη γυναίκα αυτή, υποστηρίζει ο Γιουλ, φέρονται πάρα πολλοί ενήλικες. Όχι μεταξύ τους βέβαια αλλά στα παιδιά τους. Πιστεύουν πως αυτό σημαίνει η ανατροφή των παιδιών. Λάθος, υποστηρίζει ο Γιουλ. Να μεγαλώνεις παιδιά σημαίνει να τους δείχνεις σεβασμό. Μόνο τότε τον ανταποδίδουν.
Ο Γιέσπερ Γιουλ βρίσκεται στη σοφίτα ενός κτιρίου σεμιναρίων στο βόρειο Μόναχο. Τον ακούνε προσεκτικά 40 άτομα, πατέρες, μητέρες και έφηβοι, που όλοι τους έχουν κάτι κοινό: τις συγκρούσεις. Κάτι δεν πάει καλά μεταξύ των γονιών και των παιδιών τους και αυτός ο χαλαρός εξηντάρης, κύριος με τη μεγάλη κοιλιά και την αστεία δανέζικη προφορά προσπαθεί να τους βοηθήσει να το ξεπεράσουν.
Εδώ και 30 χρόνια ασχολείται ο Γιουλ με το ερώτημα πώς μπορούμε να τα βγάλουμε πέρα με την οικογένειά μας και μάλιστα να είμαστε ευτυχισμένοι. Παραδόξως, το θέμα αυτό απασχολεί την κοινή γνώμη πολύ λιγότερο απ΄ ό,τι π.χ. η κλιματική αλλαγή ή η οικονομική κρίση. Ενώ θα έπρεπε να μας απασχολεί παραπάνω διότι η οικογένεια καθορίζει τη ζωή πολύ περισσότερο από κάθε τι άλλο κι αφού λίγα θέματα είναι εξίσου καθοριστικά για το μέλλον όσο το ερώτημα: Πώς να φερθούμε στα παιδιά μας;
Ο Γιουλ ξεκίνησε ως εκπαιδευτικός κι αφού σπούδασε χωρίς απολυτήριο λυκείου – πράγμα εφικτό στη Δανία – έγινε κοινωνικός λειτουργός. Ασχολήθηκε με παιδιά με προβλήματα συμπεριφοράς και συμπέρανε ότι τα παιδιά δεν ήταν ποτέ το πρόβλημα. Το πρόβλημα ήταν πάντα οι γονείς, οι οικογένειες. Έγινε οικογενειακός θεραπευτής κι έτσι έγινε γνωστός· αρχικά σε σκανδιναβικές χώρες και στην συνέχεια όλο και περισσότερο στην Ευρώπη: ως συγγραφέας του βιβλίου Die kompetente Familie (Η ικανή οικογένεια), του Was Familien trägt (Τι κρατάει την οικογένεια) και του Dit Kompetente Barn (Το ικανό σου παιδι), αλλά και ως ομιλητής σε διεθνείς εκδηλώσεις και ως διευθυντής σεμιναρίων όπως για παράδειγμα στο Μόναχο με θέμα τις οικογένειες με εφήβους.
——————
Ο Γιουλ στέκεται στον πίνακα με έναν μαρκαδόρο στο χέρι. Μιλάει αργά προσπαθώντας που και που να κάνει κάποιο αστείο, χωρίς να επιζητά να κερδίσει τους ακροατές του. Σαν να ήθελε να το αφήσει στην κρίση τους αν τον πιστεύουν ή όχι.
Βρίσκει ενδιαφέρον πως ο τρόπος με τον οποίο μεγαλώνουν τα παιδιά διαφέρει από χώρα σε χώρα. Έχουν παντού διαφορετικούς κανόνες. Οι Δανοί για παράδειγμα υποστηρίζουν πως το πιο σημαντικό γεύμα είναι το πρωινό και ότι τα παιδιά χρειάζονται συγκεκριμένες ώρες ύπνου. Πράγμα πρωτάκουστο στην Ιταλία και την Ισπανία, όπως λέει ο Γιουλ. Παρ΄ όλα αυτά υπάρχουν ευτυχισμένες οικογένειες και σε αυτές τις χώρες. Όπως και δυστυχισμένες. Το ίδιο ισχύει και για την Σκανδιναβία.
Δεν εξαρτάται η ευτυχία στην οικογένεια από τους κανόνες που θέτουμε αλλά από το πως φερόμαστε μεταξύ μας, υποστηρίζει ο Γιουλ. Τραβάει μια γραμμή στον πίνακα, στην κάθε άκρη της ζωγραφίζει ένα βελάκι. Από κάτω γράφει τη λέξη «σχέση». Αυτό μετράει, λέει. Ο σεβασμός, και η αναγνώριση της αξιοπρέπειας του άλλου. Άσχετα από το αν πρόκειται για μικρά παιδιά ή παιδιά πάνω στην εφηβεία. Στη συνέχεια διατυπώνει τον πυρήνα της σκέψης του: Τα παιδιά είναι ολοκληρωμένοι άνθρωποι. Δεν χρειάζονται σωφρονισμό με τιμωρίες και απαγορεύσεις.
Ακούγεται απλό. Στην εποχή μας, όπου πολλοί γονείς νιώθουν αμηχανία κι έλλειψη προσανατολισμού σε θέματα ανατροφής και όπου έχουν την εντύπωση, ότι η ανατροφή ενός παιδιού είναι άκρως περίπλοκο και απαιτητικό εγχείρημα, αυτές οι παρεμβάσεις ίσως να είναι ακριβώς αυτό που χρειάζονται. Διαπιστώνοντας αυτά, ο Γιουλ ίδρυσε πριν από λίγα χρόνια το εργαστήριο επιμόρφωσης Familylab για οικογένειες, σε 7 ευρωπαϊκές χώρες. Το Familylab, πιστεύοντας ότι κανένας γονιός δεν είναι κακός επειδή νιώθει υπερβολικό άγχος με το ρόλο του, οργανώνει σεμινάρια, διαλέξεις και συμβουλευτικές συνεδρίες για γονείς. Ο Γιουλ υποστηρίζει κάθε φορά που του δίνεται η ευκαιρία, ότι ακόμη και οι καλύτεροι γονείς κάνουν καθημερινά είκοσι λάθη. Ως χειρότερο λάθος πάντως θεωρεί την επιθυμία για τελειότητα.
Στόχος του Γιουλ δεν είναι μόνο οι θεωρητικές διαλέξεις, αλλά και το να βοηθήσει πραγματικά. Εκεί στοχεύει και η διημερίδα στο Μόναχο. Ο Γιουλ προσκαλεί κάθε οικογένεια να έρθει, να πάρει το λόγο και να μιλήσουν γονείς και παιδιά για τα προβλήματά τους. Η Μπριγκίττε, 52 ετών, διακοσμήτρια εσωτερικών χώρων, λέει: «Δεν ξέρω πως να χειριστώ το γεγονός ότι η Άννα δεν τα πάει καλά στο σχολείο.»
Η Άννα είναι η 16χρονη κόρη της. Σε μερικά χρόνια πρόκειται να δώσει τις εξετάσεις για το γερμανικό απολυτήριο λυκείου. Έτσι ελπίζουν οι γονείς. Στην πραγματικότητα, οι καθηγητές παραπονιούνται. Η Άννα αρνείται να συμμετάσχει στο μάθημα. Οι επιδόσεις της όλο και χειροτερεύουν. Κινδυνεύει να την διώξουν από το σχολείο.
Τι πρέπει να κάνουν οι γονείς;
Ο Γιέσπερ Γιουλ ρωτάει την Άννα πώς είναι για εκείνη τα πράγματα. Απαντάει πως θα τα καταφέρει με το σχολείο, αλλά μόνο αφού η μητέρα της σταματήσει πλέον να την ελέγχει. Όταν αυτή η ίδια αναλάβει την ευθύνη. Προσθέτει: «Μισώ όταν μου λένε τι να κάνω.»
Ο Γιουλ θέτει κι άλλες ερωτήσεις. Στους γονείς και στην κόρη. Μιλάνε σχεδόν μία ώρα. Επισημαίνει την εμπιστοσύνη που πρέπει να δείχνουμε. Ο πατέρας λέει πως είχαν συμφωνήσει, ότι η Άννα θα ξυπνούσε εγκαίρως από μόνη της κι ότι παρ΄ όλα αυτά «δεν άντεχα να μην πάω στο δωμάτιό της και να της πω ότι είναι η ώρα να σηκωθεί». Ο Γιουλ κοντοστέκεται και προσθέτει μετά από λίγο: «Για σας, η σχέση ενήλικα-παιδιού έχει λήξει.» Και κάνει μια ωραία παρομοίωση: «Λέγατε για πολύ καιρό στην Άννα: Ορίστε οι βιταμίνες σου, πρέπει να τις φας. Και τώρα η Άννα απαντάει: Όχι ευχαριστώ, δεν τις χρειάζομαι.»
Οι γονείς που θέλουν να παραμείνουν γονείς, οι μητέρες που εξαγριώνονται με τα παιδιά τους που τις θεωρούν υπηρέτριες, οι πατέρες και οι κόρες που φωνάζουν μεταξύ τους. Αυτά είναι τα προβλήματα που συζητιούνται εδώ στο Μόναχο, όχι τα πολύ σοβαρά όπως τα ναρκωτικά, η βουλιμία και η εγκληματικότητα. Τέτοια θέματα δεν λύνονται σε μισή ούτε σε μια ώρα συζήτησης, επισημαίνει ο Γιουλ. Βρίσκεται εκεί για να συμβουλέψει οικογένειες όπου οι γονείς επί χρόνια πιστεύουν πως τα καταφέρνουν μέχρι που ξαφνικά, παρουσιάζεται ένα χάσμα με τα παιδιά: Από τη μια μεριά αυτοί οι ίδιοι κι από την άλλη τα παιδιά που βαρέθηκαν πια να είναι παιδιά.
Στις συζητήσεις του με τις οικογένειες, ο Γιουλ μιλάει και για τον εαυτό του. Λέει ότι έφυγε στα 16 του από το σπίτι για να πάει στα καράβια και ότι γύρισε πολλά χρόνια μετά για να σπουδάσει. Ότι η ηλικιωμένη μητέρα του ακόμη και σήμερα δεν τον αντιμετωπίζει ως ενήλικα αλλά ως αγοράκι. Ότι κι αυτός, σαν νέος πατέρας φώναζε στο γιο του, επειδή νόμιζε πως έτσι θα τον αναγκάσει να υπακούσει.
Ο Γιουλ πάντα ψάχνει να βρει νέες προτάσεις, νέα παραδείγματα αλλά στην ουσία, λέει πάντα το ίδιο: Τα παιδιά χρειάζονται γονείς που έχουν την πεποίθηση ότι τα παιδιά είναι εντάξει έτσι όπως είναι. Γονείς που να εκφράζουν ελεύθερα τη γνώμη τους, ακόμη κι αν αποδοκιμάζουν κάτι, οι οποίοι όμως ουδέποτε χάνουν την εμπιστοσύνη στα παιδιά τους. Η αποτυχημένη ίσως μαθήτρια Άννα, η οποία δίνει τόση μεγάλη σημασία στην αυτονομία, μπορεί αργότερα να χρειαστεί τους γονείς της, λέει ο Γιουλ. Αν όντως την διώξουν από το σχολείο, θα χρειαστεί μια οικογένεια που θα την στηρίξει ηθικά.
Η οικογένεια έχει αλλάξει τις τελευταίες δεκαετίες. Οι άνδρες δεν καθορίζουν πια την ζωή των γυναικών, όπως και οι γονείς δεν καθορίζουν πια τη ζωή των παιδιών. Η σωματική βία έχει γίνει πιο σπάνια. Αλλά από την άλλη δεν θέλουν να τους επιτρέψουν και τα πάντα. Διότι πρέπει να υπάρχουν απαγορεύσεις και να τίθενται όροι, αλλιώς τα παιδιά σε κάνουν ό,τι θέλουν. Ή μήπως κάνουμε λάθος;
Η ισχύς του δυνατότερου έχει χαθεί στις οικογένειες και έχει αντικατασταθεί από την ισχύ της αμηχανίας. Αυτό, στο σεμινάριο του Μονάχου, είναι ιδιαίτερα αισθητό στα διαλείμματα, όταν οι γονείς συνομιλούν μεταξύ τους για την καθημερινή τους ζωή τρώγοντας το κολατσιό τους. Εκεί, ακούγονται προτάσεις όπως «Μα δεν ξέρεις πια τι είναι σωστό για τα παιδιά». Ακούγεται επίσης ο τίτλος ενός βιβλίου. Έπαινος της πειθαρχίας, λέγεται, του Μπέρνχαρντ Μπούεμπ, πρώην διευθυντή του φημισμένου οικοτροφείου Ζάλεμ, ο οποίος ισχυρίζεται πως τα παιδιά χρειάζονται σκληρή χειραγώγηση.
Ο Γιέσπερ Γιουλ αρνείται να επικροτήσει την πειθαρχία. Πιστεύει πως τα παιδιά δεν ανατρέφονται με οδηγίες και τιμωρίες αλλά με το παράδειγμα που δίνουν οι γονείς. «Ο τρόπος με τον οποίο φέρονται μεταξύ τους, το πως διεξάγουν τις αντιπαραθέσεις και τους καυγάδες τους· αυτό ανατρέφει τα παιδί». Και πάλι μπορεί να φαίνεται απλό, αλλά μάλλον οι πιο πολλοί γονείς δεν το έχουν στο νου τους και γι΄ αυτό ο Γιουλ προσπαθεί να τους το θυμίσει.
Αφού βαρέθηκε τα ταξίδια και τα σεμινάρια, γύρισε στην Όντερ, μια δανέζικη κωμόπολη νότια του Άρχους. Εδώ μένει στο μοναδικό ρετιρέ της πόλης, χτισμένο στη σκεπή του Ινστιτούτου Κέμπλερ της Σκανδιναβίας το οποίο διηύθυνε πολλά χρόνια. Πριν 30 χρόνια το ίδρυσε μαζί με τον Αμερικανό ψυχίατρο Γουώλτερ Κέμπλερ ο οποίος τον εντυπωσίασε και τον ενθάρρυνε να γίνει οικογενειακός θεραπευτής.
Δεν είμαι ακαδημαϊκό πνεύμα, υποστηρίζει ο Γιουλ για τον εαυτό του. Το ανοιξιάτικο πρωινό είναι μουντό στην Όντερ. Οι ιδέες του είναι πέρα για πέρα πρακτικές. Αυτός είναι και ο λόγος που το Ινστιτούτο Κέμπλερ δεν είναι ίδρυμα όπου διεξάγεται έρευνα αλλά ίδρυμα επιμόρφωσης και συμβουλευτικής, το οποίο έχει μεγάλη φήμη στις σκανδιναβικές χώρες. Παιδαγωγοί, δάσκαλοι και καθηγητές, ψυχολόγοι και κοινωνικοί λειτουργοί έχουν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν μαθήματα για την διαχείριση παιδιών και οικογενειών.
Οι γνώσεις του Γιουλ δεν αποκτήθηκαν σε ινστιτούτα και σχολές αλλά κυρίως από την επαφή του με τον κόσμο, σε αμέτρητες συζητήσεις-παρεμβάσεις με μητέρες, πατεράδες και παιδιά, από εύπορες δανέζικες οικογένειες έως οικογένειες Κροατών προσφύγων που είχαν χάσει τα πάντα. Όλες αυτές οι γνώσεις αξιοποιούνται στα σεμινάρια και στο εργαστήριο Familylab, ενώ δοκιμάζονται και πάλι σε κάθε νέα οικογενειακή περίπτωση.
Και ο ίδιος ο Γιέσπερ Γιουλ έχει έναν εγγονό. Είναι δυόμιση χρονών. Εκτός από το ότι χαίρεται βέβαια όπως κάθε παππούς για τους απογόνους του, ο Γιουλ δηλώνει, ότι τον ενδιέφερε πολύ να υλοποιήσει τις συμβουλές που επί χρόνια δίνει σε άλλους. Όταν ο γιος του ήταν μικρός, ο ίδιος ήταν ακόμη πολύ νέος και ανίδεος.
Τις προάλλες, καθόταν με τον εγγονό του και τρώγανε, όταν εκείνος άρχισε να φτύνει ό,τι δεν του άρεσε και να το πασαλείβει στο τραπέζι. «Ακριβώς όπως και ο γιος μου όταν ήταν μικρός», λέει ο Γιουλ. Σε εκείνον τότε φώναζε, τον μάλωνε υποδεικνύοντας του να αφήνει τα αποφάγια στο πιάτο του, οπότε τον εξαγρίωνε. Σήμερα λέει ήρεμα στον εγγονό του: «Θέλω να αφήσεις μέσα στο πιάτο σου όσα δεν σου αρέσουν. Θα το κάνεις για χάρη μου;»
Και πώς αντέδρασε ο μικρός; «Το τοποθέτησε όντως πίσω στο πιάτο», λέει χαμογελώντας ο Γιουλ. Με τον τρόπο που το λέει νομίζεις πως αυτός που έχει συμβουλέψει αμέτρητους γονείς, είναι υπερήφανος που αυτή τη φορά συμπεριφέρθηκε κι ο ίδιος λογικά.